Το
κόκκινο σπίτι είναι το σήμα κατατεθέν
της Χαλκίδας. Βρίσκεται στην μια άκρη
της παραλίας, στο Κρηπίδωμα. Το κτίσμα
έχει σχήμα Π. Οι γωνίες είναι χτισμένες
με πέτρινους ογκόλιθους και οι τοίχοι
με πέτρα. Τα παράθυρα είναι μαρμάρινα
και σχηματίζουν αετώματα.
Το
σπίτι είναι χτισμένο πάνω σε βράχο και
από τρεις μεριές βλέπει θάλασσα. Είναι
ίσως το πιο όμορφο σημείο της παραλίας
Χαλκίδας.
Χτίστηκε
το 1884 και αγοράστηκε από τον Μάλλιο, ο
οποίος ήταν έμπορος. Εκείνος το άφησε
στο Δήμο Χαλκιδέων. Σήμερα, στο κόκκινο
σπίτι γίνονται εκθέσεις και άλλες
εκδηλώσεις.
-Το σπίτι με τα αγάλματα:
Πρόκειται
για ένα διώροφο
κτίριο με
υπόγειο στη βόρεια πλευρά της παραλίας
Χαλκίδας,
απέναντι από το Κόκκινο Σπίτι. Χαρακτηριστικό
του κτίσματος είναι τέσσερα πήλινα
αγάλματα που βρίσκονται στη στέγη του με
μορφές δύο γυναικών και δυο ανδρών.
Στην
είσοδο υπάρχει ξύλινη πόρτα με μαρμάρινο
περίγυρο. Πάνω από την πόρτα βρίσκεται
μπαλκόνι με σιδεριά και καταπληκτικά
μαρμάρινα φουρούσια, τα οποία φέρουν
σκαλιστά ανθέμια και τριαντάφυλλα.
Ακριβώς ίδιο μπαλκόνι υπάρχει και στη
νότια είσοδο.
Στο
εσωτερικό του υπάρχει ένας μεγάλος
διάδρομος με επιβλητική μαρμάρινη σκάλα
που οδηγεί στον επάνω όροφο. Γύρω από
τον διάδρομο υπάρχουν μεγάλα δωμάτια
με τζάκι και παράθυρα. Αυτό που τραβάει
την προσοχή στο κτίριο είναι ο εντυπωσιακός
διάκοσμος του. Γύψινα, ζωγραφιές, μάρμαρα
και ξύλο υπάρχουν παντού μέσα στο σπίτι.
Όμως το σημαντικότερο όλων που κάνουν
το σπίτι με τα αγάλματα ξεχωριστό είναι
τα ζωγραφιστά ξύλινα ταβάνια του.
Σήμερα,
το κτίριο ανήκει στο δήμο Χαλκιδαίων
και φιλοξενείται το Λύκειο Ελληνίδων
και τα γραφεία του τμήματος Χαλκίδας
των Ευβοϊκών Σπουδών.
-Η παλιά γέφυρα:
Σίγουρα
η πόλη της Χαλκίδας και
η γέφυρα
του Ευρίπου έχουν
μια μακρόχρονη ιστορία γραμμένη από
κοινού. Δεν μπορεί να νοηθεί Χαλκίδα
χωρίς την γέφυρα. Είναι σίγουρο ότι και
ο κάτοικος αυτής της πόλης και ο επισκέπτης
της, θα περπατήσουν γύρω της και θα
χαζέψουν τα πλεούμενα που την διασxίζουν.
Έτσι η γέφυρα της Χαλκίδας με δυόμισι
αιώνες παρουσία στο
στενό του Ευρίπου δεν θα μπορούσε παρά
να είναι το κεντρικότερο σημείο της
πόλης αλλά και ολόκληρου του νησιού.
Στο
πέρασμα των αιώνων πολλές ήταν οι μορφές
που είχε η εκάστοτε γέφυρα ανάλογα κάθε
φορά με την χρήση και με τον πληθυσμό
της περιοχής. Έτσι το 410π.Χ , Χαλκιδαίοι
και Θηβαίοι μετά την μεταξύ τους συμμαχία
αποφασίζουν να οχυρώσουν το στενό
αφήνοντας ένα στενό πέρασμα ώστε να
μπορεί να περνάει μόνο ένα πλοίο. Με τον
τρόπο αυτό προσπαθούν να εμποδίσουν
την διελευση παντός εχθρικού στόλου
και κυριότερα να αποκόψουν την ναυτική
συγκοινωνία της Αθήνας με την Θεσσαλία.
Έτσι με πύργους που χτίζουν πάνω στις
επιχωματώσεις που έχαν κάνει και από
τις δύο πλευρές του Ευρίπου καταφέρνουν
να μειώσουν το άνοιγμα του πορθμού και
να ελέγξουν όλο τον Ευβοϊκό κόλπο. Ακόμα
κατασκευάζουν ξύλινη γέφυρα με κλειστή
σύραγγα πάνω σε αυτήν, ώστε να μπορούν
να προφυλλάσονται οι υπερασπιστές της.
Το
334π.Χ ο Μέγας Αλεξανδρος περνάει από την
Χαλκίδα και λόγω της στρατηγικής της
θέσης στην περιοχή, αποφασίζει να αυξήσει
την φρουρά και αυξάνει την οχύρωση του
στενού κατασκευάζοντας νέες πύλες ,
πύργους και ισχυρότερο τείχος. Το 540 μ.Χ
ο Ιουστινιανός συμπληρώνει την οχύρωση
για να μπορεί να αντιστέκεται στις
επιδρομές των βαρβαρικών φυλών. Έτσι
χτίζει ένα πανύψηλο τετράγωνο φρούριο
το οποίο ενώνεται με την Βοιωτική γέφυρα
με μία λιθόχτιστη γέφυρα μήκους δέκα
πέντε μέτρων και μία ξύλινη κινητή
φέφυρα οχτώ περίπου μέτρων.
Η
γέφυρα αυτή μπορεί σε περίπτωση επίθεσης
να απομακρυνθεί από το στενό. Η πρώτη
δουλειά των Ενετών στην Εύβοια είναι η
ολοκλήρωτική διαμόρφωση των φρουρίων
και των πύργων του Ευρίπου. Με ολόκληρο
επιτελείο από εκλεκτούς τεχνίτες,
αναδιαμορφώνουν την οχύρωση της γέφυρας
ώστε να είναι απόρθητη και επιβλητική.
Επίσης κατασκευάζουν καινούργια γέφυρα
με χοντρά ξύλα σφυρίλατο χοντρό σίδερο
και μεγάλες αλυσίδες ώστε να μπορεί να
ανοίγει προς τα πάνω. Μετά την άλωση της
Χαλκίδας από τους Τούρκους, τοποθετούνται
στους δυο πύργους μεγάλος αριθμός
κανονιών για την άμυνα του στενού. Η
γέφυρα ανοίγει πλέον με αγκαρία ραγιάδων.
Η γέφυρα αυτή γκρεμίζεται το 1857 και ενώ οι φθορές από το πέρασμα των χρόνων την έχουν καταστήσει επικίνδυνη. Από τις 6 Ιανουαρίου 1858 όμως εγκαινιάζεται μια νέα γέφυρα δίπλα στην παλιά, η οποία αποτελείται από δύο κομμάτια τα οποία ανοίγουν περιστροφικά για την διέλευση των πλοίων. Το σημαντικό για την εποχή είναι ότι δεν καταστράφηκαν τα φρούρια του Ευριπού.
Η γέφυρα αυτή γκρεμίζεται το 1857 και ενώ οι φθορές από το πέρασμα των χρόνων την έχουν καταστήσει επικίνδυνη. Από τις 6 Ιανουαρίου 1858 όμως εγκαινιάζεται μια νέα γέφυρα δίπλα στην παλιά, η οποία αποτελείται από δύο κομμάτια τα οποία ανοίγουν περιστροφικά για την διέλευση των πλοίων. Το σημαντικό για την εποχή είναι ότι δεν καταστράφηκαν τα φρούρια του Ευριπού.
Το
1896 έπειτα από σαράντα χρόνια εργασιών
και μετά το γκρέμισμα αδικαιολόγητα,
όλων των τοιχών και φρουρίων του Ευρίπου
ολοκληρώνονται οι εργασίες εκβάθυνσης
και διαπλάτηνσης του στενού και γίνονται
τα εγκαίνια της νέας γέφυρας. Με σιδερένιο
πλέον σκελετό και ξύλινο κατάστωμα η
νέα γέφυρα έχει μια λωρίδα κυκλοφορίας
και ανοίγει περιστοφικά με χειροκίνητους
μηχανισμούς.
Ο πληθυσμός της πόλης αρχίζει να αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς και ο αριθμός των αυτοκινήτων που περνάνε καθημερινά από και προς την Εύβοια κάνουν επιτακτική πλέον την ανάγκη για αντικατάσταση της υπάρχουσας γέφυρας με νέα μεγαλύτερη. Έτσι το 1963 και μετά από δυόμισι χρόνια εργασιών, εγκαινιάζεται με μεγάλη επισημότητα η νέα ηλεκτροκίνητη γέφυρα του Ευρίπου. Η νέα συρταροτή γέφυρα έχει μήκος 42 μέτρα και πλάτος 11 μέτρα, έχει δύο λωρίδες κυκλοφορίας και πεζοδρόμια για τους πεζούς. Ο σκελετός της είναι σιδερένιος ενώ το κατάστρωμα παραμένει ξύλινο. Οι Ιταλικοί μηχανισμοί της γέφυρας την κάνουν να ανοίγει και κλείνει σε μικρό χρονικό διάστημα για την εποχή.
Το 1996 και μετά από ένα χρόνο εργασιών, ολοκληρώνεται η αναπαλαίωση της γέφυρας και δίνεται και πάλι στην κυκλοφορία. Με ενισχυμένο πλέον σκελετό και ασφαλτοστρομένο κατάστρωμα συνεχίζει να ενώνει τα δύο κομμάτια της πόλης. Οι νέοι υπερσύγχρονοι μηχανισμοί επιτρέπουν στην γέφυρα να ανοίγει και να κλείνει σε μικρό χρονικό διαστημα, αποτρέποντας το κυκλοφοριακό πρόβλημα στην περιοχή.
Βρίσκεται σε λόφο της βοιωτικής ακτής, που ονομάζεται Φούρκα, στη συνοικία της πόλης Κάνηθος. Η θέση του είναι στρατηγική, καθώς ελέγχει τα στενά του Ευρίπου και την πόλη της Χαλκίδας. Η θέση του Κάστρου ταυτίζεται από μερικούς μελετητές με την αρχαία πόλη Κάνηθο, καθώς σώζονται σποραδικά ίχνη κτισμάτων και τάφων στην επιφάνεια του εδάφους. Ο λόφος πιθανότατα οχυρώθηκε για πρώτη φορά κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, αλλά είναι βέβαιο ότι δεν είχε οχύρωση στους Βυζαντινούς χρόνους και κατά τη διάρκεια της Βενετοκρατίας και τους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας.
Το φρούριο που σώζεται ακόμα και σήμερα χτίστηκε από τους Τούρκους το 1684, με σκοπό την προστασία της Χαλκίδας από τους Βενετούς. Σχεδιάστηκε από τον Βενετό Gerolimo Galopo και η αρχιτεκτονική του είναι περισσότερο Ευρωπαϊκή και λιγότερο Τουρκική. Το φρούριο πολιορκήθηκε ανεπιτυχώς από τον Μοροζίνι το 1688 και οι Τούρκοι κατόρθωσαν να διατηρήσουν την κυριότητά του έως την απελευθέρωση της Ελλάδας, οπότε και το παρέδωσαν στο Ελληνικό κράτος το 1830.
Το μόνο καλά σωζόμενο κτίσμα μέσα στον περίβολο είναι ναός αφιερωμένος στον Προφήτη Ηλία, που χρονολογείται το 1895. Το δυτικό άκρο του τείχους καταλαμβάνει επτάπλευρος πύργος, η μεγαλοπρεπέστερη αμυντική κατασκευή του φρουρίου. Η είσοδος στον πύργο γίνεται από στενό ένα διάδρομο, που θυμίζει λαβύρινθο.